Άντι Σανκαρατσάργια (788-820 μ.Χ.)
σύντομο βιογραφικό
«Εκείνος που δήλωσε ‘Θα έρθω κάθε φορά που υποχωρεί η αρετή’ (Bhagavad Gita IV.8-9) ήρθε ξανά, και τούτη τη φορά η φανέρωση ήταν στο Νότο· εκεί μεγάλωσε ο νεαρός βραχμάνος που λέγεται ότι στην ηλικία των δεκαέξι ετών είχε ολοκληρώσει όλο το συγγραφικό του έργο, εκείνο το παιδί-θαύμα, ο Σανκαρατσάργια».— Σουάμι Βιβεκάναντα (Άπαντα: Οι Σοφοί της Ινδίας).
Ο σημαντικότερος φιλόσοφος όλων των εποχών και σπουδαιότερος Ινδουιστής της εποχής του, ο Σάνκαρα, γεννήθηκε στο χωριό Κάλαντι της Κέραλα (στη νοτιοδυτική Ινδία) γύρω στο 788 μ.Χ. Ενώ μια παράδοση λέει ότι η οικογενειακή του θεότητα ήταν ο Σίβα, μιαν άλλη λέει πως ήταν η Θεά, δηλ. η Σάκτι. Κάθε σελίδα της ζωής του Σάνκαρα ακτινοβολεί τόση πνευματική σοφία, τόσο λεπτό ορθολογισμό και τόση φιλοσοφική πληρότητα που, επί αιώνες ακόμα, αυτό το αγόρι θα δείχνει από το ακλόνητο βάθρο του σε όλους τους ανθρώπους το δρόμο προς τη μακαριότητα και την ειρήνη· κι ως εκ τούτου, στο απώτατο μέλλον, κάθε ταξιδιώτης στο δύσβατο μονοπάτι προς τον Ύψιστο Ουρανό θα πει μέσα του: «Η αληθέστερη φανέρωση του Υπέρτατου ήρθε, μάλλον, εδώ».
Από μικρή παιδική ηλικία πήγε στο παραδοσιακό βεδικό σχολείο (gurukula). Με το κοφτερό του μυαλό διερεύνησε την ουσία της ιερής βεδικής γραμματείας και διατύπωσε με οξυδερκή μεγαλοφυΐα, ακριβείς ορισμούς και με ορθή ανάλυση, μια συνθετική φιλοσοφία. Απαρνήθηκε τον κόσμο πριν ρυπανθεί το μυαλό του από τα εγκόσμια και ασπάσθηκε το μοναχισμό, αφιερώνοντας τη ζωή του στην αναζήτηση του Θεού και στην προσπάθεια να επαναφέρει τον ινδικό κόσμο στην πρωταρχική του καθαρότητα.
Υποσχόμενος στη μητέρα του ότι θα είναι στο πλευρό της κατά την τελευταία της στιγμή, αυτός ο αγνός μοναχός ξεκίνησε να βρει ένα δάσκαλο που θα τον εισήγαγε τυπικά στα μυστήρια του Σαννγιάσα (Μοναστικού Βίου, το τέταρτο στάδιο της ινδουιστικής ζωής) και θα του έδειχνε το δρόμο προς την Ανώτατη Αλήθεια. Στο Omkaranath, στις όχθες του ποταμού Narmada, ο Σάνκαρα βρήκε τον γκουρού του, τον Govinda Bhagavatpada. Έμεινε μαζί του εξερευνώντας κάθε πτυχή της Υπέρτατης Αλήθειας και ταπείνωσε τον εαυτό του με τη σεμνότητα της Σοφίας. Για να εκπληρώσει την εντολή του γκουρού του να εδραιώσει τη Μη Δυιστική Βεδάντα (Advaita Vedanta) ως το κοινό έδαφος συναντήσεως όλων των μονιστικών και δυιστικών φιλοσοφικών θέσεων—όσο αντιφατικών κι αν φαίνονταν—ο μεγαλοφυής νεαρός πήγε στο Βαράνασι, την πανάρχαια εστία της βεδικής θρησκείας και πολιτισμού, και άρχισε να κηρύττει το ευαγγέλιο της Ενότητας που βρίσκεται πίσω από τη διαφορετικότητα. Συζήτησε με τους ηγέτες των διαφόρων φιλοσοφικών σχολών και—αποκαλύπτοντας τις σφαλερότητες των υποθέσεών τους και των υποτιθέμενων αναμφισβήτητων βεβαιοτήτων τους—έδειξε την υπεροχή του δικού του συστήματος. Εδώ, στο Βαράνασι, τον ακολούθησε ο πρώτος από τους τέσσερις μαθητές του, ο Sanandana, αργότερα γνωστός ως Padmapada.
Από το Βαράνασι, ο πνευματικός κολοσσός όδευσε προς το Badrinath (στα Ιμαλάια) μαζί με τους μαθητές του, μεταδίδοντας το μήνυμα της συνθετικής φιλοσοφίας του. Επισκέφθηκε πολλούς ιερούς τόπους όπως το Prayag, Hardwar, Hrishikesh, Srinagar, Rudraprayag, Nandaprayag, Kamarupa και Gomukhi, προσκυνώντας τις εκάστοτε καθοδόν θεότητες, δείχνοντας έτσι ότι ο γνώστης του Νίργκουνα Μπράχμαν [του χωρίς ιδιότητες Απόλυτου Μπράχμαν] δεν στερείται της αφοσίωσης στον Σάγκουνα Μπράχμαν [τον Μπράχμαν με ιδιότητες].
Εδώ στην γαλήνη των Ιμαλαΐων, ο Σάνκαρα έγραψε ερμηνευτικά σχόλια για δέκα Ουπανισάδες, την Μπχάγκαβαντ Γκίτα και τα Μπράχμα Σούτρας —τον τριπλό κανόνα [Prasthana-traya] των Ινδουιστών— δια των οποίων σταθερά θεμελίωσε τη διδασκαλία του. Αργότερα, έγραψε και μια σειρά από βοηθητικά συγγράμματα [prakarana granthas] για να συνοψίσει και να εκλαϊκεύσει τη διδασκαλία του, όπως το Vivekachudamani, το Atmabodha κ.ά., καθώς και μια σειρά από ύμνους με φιλοσοφικό και λατρευτικό περιεχόμενο. Συνολικά, το ογκώδες έργο του μπορεί να χαρακτηριστεί το λιγότερο ως εντυπωσιακό, γραμμένο όπως ήταν σε φύλλα φοίνικα.— Σύμφωνα με τον Thibaut: «Η θέση που υποστηρίζει ο Σάνκαρα είναι, από καθαρά φιλοσοφική άποψη και πάνω από κάθε θεολογική προσέγγιση, η πιο σημαντική και ενδιαφέρουσα που έχει προκύψει στον ινδικό χώρο· …».
Στη συνέχεια, περιπλανήθηκε από τόπο σε τόπο διεξάγοντας συζητήσεις με τους ηγέτες των διαφόρων δογμάτων και σεκτών αποδεικνύοντας, με εξαιρετική διαλεκτική ικανότητα, τη σφαλερότητα των διδασκαλιών που αυτοί στήριζαν σε λανθασμένες εικασίες. Σύμφωνα με την παράδοση, στη διάρκεια αυτών των περιπλανήσεων ο Σάνκαρα συνάντησε και συζήτησε με τον Mandana Misra, τον σπουδαιότερο υπέρμαχο της σχολής Mimamsa που επιτάσσει τη βεδική τυπολατρία ενάντια στο δρόμο της αυτογνωσίας και του μοναχικού ιδεώδους. Ο Σάνκαρα νίκησε τον Μάντανα στη συζήτηση και μετά την ήττα του, ο Μάντανα έγινε μαθητής του Σάνκαρα με το όνομα Suresvaracharya.
Ο Σάνκαρα ταξίδεψε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της τεράστιας ινδικής χερσονήσου τέσσερις φορές. Ίδρυσε τέσσερα κύρια, μέχρι σήμερα υπαρκτά, μοναστήρια σε τέσσερα σημεία του ορίζοντα της Ινδίας: το Sringeri Math στα βουνά Sringeri—στο Νότο, το Sarada Math στην Dwaraka—στη Δύση, το Jyotirmath στο Badarikashrama—στο Βορρά, και το Govardhana Math στο Πούρι—στην Ανατολή και διόρισε τους τέσσερις μαθητές του ως ηγούμενους αυτών των μοναστηριών για να προωθήσουν την πνευματική ευημερία των μοναχών και λαϊκών στις αντίστοιχες περιοχές. Επίσης, ανέθεσε από μια Βέδα σε κάθε μοναστήρι: Rig-Veda στο Govardhana-math, Yajur-Veda στο Sringeri-math, Sama-Veda στο Sarada-math και Atharva-Veda στο Jyotir-math.
Εκείνη την εποχή, είχαν διαδοθεί πολλές απεχθείς λατρείες στην ινδική κοινωνία και οι ναοί ήταν στα χέρια μιας δράκας διεφθαρμένων ιερέων που επιδίδονταν σε αποτρόπαιες μορφές λατρείας και θυσίες ζώων. Ο Σάνκαρα, με αναφορές στις Γραφές και με τη διαλεκτική του ικανότητα, απέδειξε ότι όλα αυτά ήταν αντίθετα στο πνεύμα των Βεδών. Έτσι, μεταρρύθμισε αυτές τις ανήθικες πρακτικές, επανεισάγοντας σε αυτές τις αγνές αρχές της βεδικής λατρείας, ώστε να αποτελεί η λατρεία μέσο που οδηγεί, διά της νοητικής κάθαρσης, στην αυτογνωσία. Έτσι, ανανέωσε και επανέφερε τη λατρεία των έξι Θεοτήτων [Shanmata]: Γκανέσα, Σίβα, Shakti, Βισνού, Surya (Ήλιο) και Σκάντα, αποδεικνύοντας ότι ακόμα και η λατρεία ιερών μορφών έχει μια θέση στη φιλοσοφία της Βεδάντα. Αυτό βασίζεται στην πεποίθηση ότι, ουσιαστικά, οι θεότητες δεν διαφέρουν μεταξύ τους—λόγω της ενικότητας του Υπέρτατου Θεού και την, ως εκ τούτου, αποδοχή των αμέτρητων θεοτήτων της Ινδίας ως διαφορετικές εκδηλώσεις της ίδιας μοναδικής θεϊκής δύναμης, του Brahman. Ο τελικός στόχος της λατρείας είναι η τελείωση—η θέωση—να φτάσεις δηλ. στο Θεό και να είσαι ο Θεός.
Η βαθιά αγάπη του Σάνκαρα για τη μητέρα του, θριάμβευσε έναντι των κανόνων που διέπουν το Τάγμα των Sannyasins [Μοναχών], κι όταν αυτή απεβίωσε, την κήδευσε ο ίδιος, παρά τις έντονες αντιρρήσεις των συγγενών του. Ο ίδιος απεβίωσε στο Kedarnath στα Ιμαλάια, σε ηλικία τριάντα δύο ετών, σύμφωνα με την παράδοση.
Τέλος, στη μεγαλοφυΐα του Σάνκαρα οφείλεται και η οργάνωση του μεγάλου σώματος των περιπατητικών μοναχών της Ινδίας σε δέκα καλά συνδεδεμένα μεταξύ τους τάγματα, στη λεγόμενη Dasanami Sampradaya (την ‘Παράδοση των Δέκα Ονομάτων’) με ονομασίες μοναχών που καταλήγουν σε Σαράσβατι, Μπχάρατι, Γκίρι, Πούρι κλπ., τα οποία κατέταξε στα τέσσερα μοναστήρια που ίδρυσε. Δεν είναι χωρίς σημασία το γεγονός ότι ο Sri Ramakrishna Paramahamsa, ο Προφήτης της Σύγχρονης Ινδίας, ήταν μαθητής του Swami Totapuri Maharaj, ο οποίος ανήκε στη γραμμή των Puris μεταξύ των Dasanamis και ότι οι μοναχοί του Τάγματος Ραμακρίσνα είναι ως εκ τούτου ζωτικά συνδεδεμένοι με τον Σρι Σάνκαρα.
( Πηγή: «Thus Spake Shankara», Εκδ:. Sri Ramakrishna Math, Chennai )
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Δεν μπορεί κανείς να μην προσέξει τις ομοιότητες μεταξύ Σάνκαρα και Σουάμι Βιβεκάναντα—που επίσης απεβίωσε νωρίς (στα 39 του) μετά από μια πολύ δραστήρια πολυταξιδεμένη ζωή, που επίσης προέτρεψε την ανάγκη επιστροφής στις αρχαίες αξίες, αρετές και ιδανικά και τέλος, ίδρυσε το μοναστικό Τάγμα του Ραμακρίσνα το 1896. Ο λόγος του Βιβεκάναντα (που σώζεται στα Άπαντά του) συνέβαλε στην αφύπνιση της Ινδίας και εμψύχωσε τον εθνικοαπελευθερωτικό της αγώνα κατά των Άγγλων, που τελικά ολοκληρώθηκε το 1947.
Η φιλοσοφία του Σάνκαρα
Ρήσεις του Σρι Σάνκαρα
Τρία πράγματα είναι όντως σπανιότατα και κερδίζονται μέσα από τη Θεία Χάρη: η γέννηση σε ανθρώπινη μορφή, ο πόθος να απελευθερωθείς και η προστατευτική φροντίδα ενός τέλειου σοφού.
Αφού μέσα από καλή του τύχη επιτύχει ανθρώπινη γέννηση, σε ανδρικό μάλιστα σώμα και μάθει τις Βέδες, ο ανόητος που δεν προσπαθεί να αυτό-απελευθερωθεί είναι αυτοκτόνος—επειδή φονεύει τον εαυτό του διά των προσκολλήσεών του σε απατηλά πράγματα.
Ανάμεσα σε όσα οδηγούν στην απελευθέρωση, την ύψιστη θέση κατέχει η αφοσίωση. Αφοσίωση είναι ο πόθος να ανακαλύψεις την αληθινή σου φύση.
Κρινόμενο από την εγρήγορση το όνειρο είναι απατηλό, ενώ η εγρήγορση δεν είναι παρούσα όταν βιώνεις ονειρικά. Από την άλλη, και τα δύο, απουσιάζουν από τον ανόνειρο ύπνο—ο οποίος δεν βιώνεται σε καμία από τις άλλες δύο καταστάσεις..
Εξ ου και οι τρεις καταστάσεις είναι απατηλές, αφού είναι παράγωγα των τριών Γκούνας [ποιοτήτων της Φύσης]· αλλά ο θεατής τους (η Πραγματικότητα που είναι πίσω τους) είναι πάνω από οποιαδήποτε Γκούνα, είναι αιώνιος, είναι ένας, και είναι Συνείδηση αυτή καθ' εαυτή.
Ο κόσμος παρά, την πρακτική του για εμάς, καθημερινή του χρησιμότητα, είναι εξίσου ανύπαρκτος όσο το όνειρο, επειδή διαψεύδεται ανά πάσα στιγμή.
Η αντίθεση της σοφίας (jñana) και των έργων (karma) είναι ασάλευτη σαν το βουνό… Ο Bhagavan Vyasa, μετά από πολύ στοχασμό, κατέληξε σε συμπέρασμα και δίδαξε το γιο του τα εξής: «Οι Βέδες διδάσκουν δύο δρόμους—ο ένας λέγεται ‘δρόμος των έργων’ [pravritti, της εξωστρέφειας] ενώ ο άλλος λέγεται ‘δρόμος της απάρνησης’ [nivritti, της εσωστρέφειας]».
Σε σύγκριση με τον υπέρτατο μη-δυαδικό Εαυτό, ακόμα και οι θεότητες κλπ. είναι δαιμονικές. Εξ ου και οι κόσμοι που τους ανήκουν είναι δαιμονικοί.[ΣτΜ: Αναφορά στις lokas (σφαίρες) της σχετικής δημιουργίας όπου εδρεύουν οι θεότητες].
Η λύπη και η σύγχυση βασανίζουν εκείνον που δε γνωρίζει το αίτιο του πόθου και της δράσης· δεν πλήττουν εκείνον που βλέπει τον μοναδικό, σαν τον αιθέρα, (πανταχού παρόντα) αγνό Εαυτό.
Ο μη ευρισκόμενος σε σύγχυση δεν συνδέει τη Γνώση του μοναδικού Εαυτού με την οποιαδήποτε εμπειρική δράση ή άλλη γνώση.
Όποιος ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει αίτιο μπορεί κάλλιστα να διαχειριστεί τα πράγματα με τη βοήθεια του γιου μιας στείρας γυναίκας και να ξεδιψάσει πίνοντας το νερό ενός αντικατοπτρισμού.
Ο σοφός άνθρωπος οφείλει να στοχάζεται αδιαλείπτως και προσεκτικά στον ίδιο του Εαυτό, ο οποίος, παρά την αορατότητά του είναι η μόνη πραγματικότητα, και παρά την παρουσία του ως εξωτερικό σύμπαν, είναι εκ φύσεως υποκειμενική συνείδηση.
Ό,τι είναι ποθητό γεννάει κάθε θλίψη και γίνεται ανούσιο στη στιγμή. Επιδιώκεται από τους αμαθείς.
Όλοι οι κάτοικοι στους τρεις κόσμους [γη, μεσοχώρος και ουράνια] επιδιώκουν την ευτυχία και απεχθάνονται τη δυστυχία. Οι δύο πηγές της δυστυχίας είναι: η αίσθηση ότι το σώμα είναι ‘εγώ’ και η αχώριστη με αυτήν αίσθηση ‘τα δικά μου’, που μας γεννιέται απέναντι στα αντικείμενα (εξωτερικά και εσωτερικά) που αντιλαμβάνεται η συνείδησή μας.
Η ιερή λέξη (mantra) που μας αποκαλύφθηκε ακουστά σε όνειρο, αποκτά πραγματικότητα αφού ξυπνήσουμε και η ευλογία που δεχτήκαμε σε όνειρο, χαρίζει το προσδοκώμενο αντικείμενο/αποτέλεσμα κατά την εγρήγορση. Με παρόμοιο τρόπο, το πραγματικό μπορεί να γεννηθεί ακόμα κι από το μη πραγματικό.
Μόλις γνωσθεί ο εσώτερος Εαυτός που είναι το ίδιο το Μπράχμαν, η αγνωσία—που είναι το αίτιο της μετενσάρκωσης, του πόθου και της δράσης—εξαφανίζεται χωρίς να αφήσει ίχνος.
Απελευθέρωση σημαίνει απαλλαγή σου από τις ιδέες του ‘εγώ’ και ‘τα δικά μου’ απέναντι στα πάντα, και ασάλευτη επίγνωση του Εαυτού σου.
Το όνειρο όντας μια σκέτη νοερή φαντασίωση είναι απατηλό, επειδή δεν υφίσταται αμέσως μετά την ύπαρξή του.
Εκείνος που ονειρεύεται βλέπει πράγματα καλά και κακά, άξια και ανάξια, ευνοϊκά και φοβερά, τα θεωρεί πραγματικά και ούτε προς στιγμήν τα θεωρεί μη αληθινά όσο ονειρεύεται. Έτσι εκλαμβάνεται και τούτος ο κόσμος μέχρι που να ανατείλει η γνώση.
Ο Κύριος δεν είναι ποτέ άδικος ή ανελέητος απέναντι στη δημιουργία Του.
Όποιος διαρκώς ανησυχεί για το σώμα του και ελπίζει να συνειδητοποιήσει τον Εαυτό του, είναι όπως εκείνον που προτίθεται να διασχίσει ένα ποτάμι πάνω στη ράχη ενός κροκόδειλου, τον οποίο εκλαμβάνει ως κορμό δέντρου.
Θα συνοψίσω σε μισό δίστιχο ό,τι περιγράφουν οι αμέτρητες ιερές Γραφές, και τούτο είναι:«Το Μπράχμαν είναι αληθινό [satyam], ο κόσμος είναι μη αληθινός [mithya]· ο τζίβα [η ατομική ψυχή] είναι Μπράχμαν· δεν διαφέρουν — brahma satyam jagan-mithya jivo-brahmaiva-na-parah».[ΣτΜ: Satyam = πραγματικά αληθινό (ανεξάρτητα υπαρκτό). Mithya = φαινομενικά αληθινό (εξαρτημένα υπαρκτό — όπως ένα φίδι ορατό στη θέση σχοινιού).]
Μπορεί κάποιος να λουστεί στον ιερό Γάγγη ή ακόμα και στο Ganga Sagar (την πηγή του Γάγγη)· μπορεί να κάνει πολλές αγαθοεργίες και να τηρήσει πολλά τάματα· αλλά αν δε δει την Αλήθεια (το Θεό) δεν απελευθερώνεται—κι ας τα κάνει όλα αυτά επί εκατό ζωές.
Όπου κι αν πάει ο νους μου, ας είναι εκεί η μορφή Σου· όπου κι αν βρεθεί το κεφάλι μου, ας είναι εκεί τα πόδια Σου.
Μη βλέπεις κανέναν σαν φίλο ή εχθρό, σαν αδερφό ή ξάδερφο. Μην κατασπαταλάς τις νοητικές σου δυνάμεις σε σκέψεις φιλίας ή έχθρας. Βλέποντας τον Εαυτό παντού, έσω φιλικός και ανεκτικός απέναντι στους πάντες, φερόμενος ομοίως προς όλους.
Πάψε να ταυτίζεσαι με τούτη τη σαρκική μάζα, καθώς και με εκείνο που τη σκέφτεται ως μάζα. Και τα δύο είναι νοητικά κατασκευάσματα. Έχε επίγνωση του αληθινού σου εαυτού, που είναι αδιαφοροποίητη συνείδηση, ανεπηρέαστη από όλους τους χρόνους (παρελθόν, παρόν, μέλλον) και βυθίσου στην Ειρήνη.
Σε εσένα, σε μένα και παντού, υπάρχει μόνο ο ίδιος και μοναδικός Βίσνου, από λάθος με βλέπεις χωριστό από σένα και με θεωρείς εχθρικά. Προσπάθησε να βλέπεις σε όλα τα όντα μόνο τον Βίσνου, που είναι ο εαυτός σου. Εγκατάλειψε τη σφαλερή και εγωιστική αίσθηση ότι είσαι χωριστός από τα άλλα όντα. Καλλιέργησε την αίσθηση της συγγένειας, της σύμπνοιας και της ενότητας με όλους.
Οι άνθρωποι δεν επιτυγχάνουν την αυτογνωσία λόγω των προσκολλήσεών τους στα εγκόσμια, στις Γραφές και στις επιθυμίες σχετικά με το σώμα τους.
Μόνο ο απαλλαγμένος από την τρομερή δίψα για τις εμπειρίες των αισθήσεων—που τόσο δύσκολα ξεπερνάται—είναι ικανός να απελευθερωθεί. Ουδείς άλλος, ούτε ακόμη κι αν είναι έμπειρος γνώστης των έξι κλάδων των Γραφών.
Η απελευθέρωση δεν επιτυγχάνεται, ούτε μέσα από τις ιεροτελεστίες ή τη φιλοσοφική ανάλυση, ούτε από τα έργα ή τη μάθηση, αλλά χαρίζεται μόνο από τη συνειδητοποίηση της ενότητάς σου με το Θεό—και με κανένα άλλο μέσο.
Καθώς ο νους γίνεται όλο και πιο εσωστρεφής, σταδιακά απαλλάσσεται από εξωστρεφείς επιθυμίες· κι όταν όλες αυτές οι επιθυμίες εξαλειφθούν εντελώς, τότε η αυτογνωσία από μόνη της διαλάμπει—εντελώς απαλλαγμένη από εμπόδια.